“Μη”, τσίριζε “ μη, μακριά από μας”. Κι
έμεινε εκεί, στο σκοτάδι, έως τη στιγμή που τον βεβαίωσαν γελώντας οι άλλοι,
ότι πέρασε ο χάρος, δεν είχε πια κανένα φόβο.
Τώρα, ο Τάκης ήταν ευτυχισμένος γιατί θα ξανάφευγαν. Θα
ξαναγύριζε στην αυλίτσα του παμπάλαιου πέτρινου σπιτιού του, με την μαδημένη
ουασιγκτώνα να σημαδεύει τον ουρανό και την καθησυχαστική μεσημεριάτικη γκρίνια
των ορνίθων. Ήταν ευτυχισμένος, επειδή απομακρύνθηκε ο το μαύρος ιππότης με το δρεπάνι.
Περισσότερα στου Γιάννη Τσίγκρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου