Δευτέρα 16 Απριλίου 2018

Ποίηση Γιάννη Τσίγκρα 29

Δευτέρα, 11 Νοεμβρίου 2013

ΘΥΜΗΤΑΡΙΑ ΚΑΙ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑ
Oι ψυχές, σ' άλλους τόπους
Ανοίγουν μιαν ομπρέλλα
Και ταξιδεύουν
Στα μέρη μας κάθονται
Σα λυπημένα παιδιά
Πλάι στα θυμητάρια
Ένθεν κακείθεν των δρόμων
Κουνούν τα λευκά φτερά τους
Στους ώμους
Τραγουδώντας:
"Στο τριαντάφυλλο
Μαζί με την πορφύρα
Δόθηκε και το αγκάθι
Γι αυτό το μαρασμό θα δείτε
Ως του θανάτου του τρόπο"

Σάββατο, 9 Νοεμβρίου 2013

ΗΡΩΕΣ ΠΟΛΤΟΥ
Προσωπικά προτιμούσα
Τους υποδυόμενους δεύτερους ρόλους
Ήρωες της λογοτεχνίας πολτού:
Τον αγαθό σκύλο Γκούφη
Τον Ποκοπίκο και τη μελιστάλαχτη Χουχού
Κι αργότερα τον αχόρταγο Σπίθα
Τα δεκάδες Ζουζούνια και Τζιτζίκια
Που σκότωνε ο Δαρεμάς
Μ'αντίτιμο ένα δάκρυ μας
Κι ένα διφραγκάκι
Ή στο τζάμπα-κάτω από ευκαλύπτους
Που δρόσιζαν τον περιπτερά της γειτονιάς
Ο Ταρζάν κι ο Γιώργος Θαλάσσης
Έμεναν πολύ πίσω
Στις Εθνικές γιορτές τους ξεπερνούσε
Και η πλέον άσχημη συμμαθήτριά μας
Πέφτοντας στο γκρεμό του Ζαλόγγου
Ήγουν, στο πάπλωμα που στρώναμε
Στο πλάι της μεγάλης σκάλας
Κάτω απ' τα χειροκροτήματα των γονέων
Και των χελιδονιών τα τσιρίγματα
 Η ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ
Τί ή για ποιον ή γιατί
Να γράψεις
Όταν όλοι έχουμε καταντήσει
Σιτοπώλαι;
Στις αύλακες του μυαλού
Έχουν αποκοιμηθεί
Αρχαίες κόρες
Ντυμένες το κροκάτο χρώμα
Νοεμβριάτικου απογεύματος
Η μνήμη και η κίνηση
Δεν επιφέρουν την Επανάληψη
Κι ο Κωνσταντίνος Κωνστάντιος
Η τραυλή αυτή περσόνα του Κίρκεγκωρ
Υπήρξεν υπερβολικά αισιόδοξος
Πιστεύοντας ότι το αντίρροπο
Της Ανάμνησης
Θα μπορούσε να ανακαλυφτεί

Πέμπτη, 7 Νοεμβρίου 2013

ΤΟ ΧΑΪΜΑΛΙ
Στα μισά της δεκαετίας του 60
Έπεσε ένα αεροπλάνο στα Πευκάκια
Τρέξαμε να δούμε από κοντά
Πώς είναι τα συντρίμμια ενός αεροπλάνου
Το Λιμενικό βέβαια
Είχεν αποκλείσει την περιοχή
(Το βράδυ, προσευχηθήκαμε όλοι
Για την τύχη του πιλότου-
Δεν επέζησε)
Κάποιοι μάγκες, κατάφεραν
Μέρες μετά,είναι η αλήθεια
Να μαζέψουν μέταλο σε κομματάκια
Και να το μοσχοπουλήσουν σε μας
(Κομμάτι και δεκαρούλα
Ή χρυσοζούζουνας
Δεμένος με κλωστή)
Το πιάναμε πάνω στη φανέλλα
Το νικέλιο αυτό
Σα χαϊμαλί
Ένα τέτοιο κρατούσα σφιχτά
Το βράδυ που ο Ολυμπιακός
Κέρδισε τη Σάντος του Πελέ
Η αλήθεια είναι ότι
Ευχόμουνα να χάσει-
Σα σωστός αεκτζής
ΤΕΤΟΙΟΝ ΚΑΙΡΟ Η ΑΝΟΙΞΗ
Tέτοιον καιρό η Άνοιξη
Κρύβεται στους αστερισμούς
Στον Αλντεμπαράν, το Σείριο
Και τις Πλειάδες
Σχεδιάζει, προσεκτικά
Mια νέα ανθοφορία
Μεριμνά για
Τον αλλοτροπισμό των ανθρώπων
Επωάζει τα αυγά των ερώτων
Όταν, στοχαστικά,κοιτάζει
Το αχανές και παγερό σκοτάδι
Είναι για να υπολογίσει
Ποιοί θα τη συνοδεύουν
Στην επόμενη αναχώρησή της

Τετάρτη, 6 Νοεμβρίου 2013

ΤΙ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΕ;
Από την εποχή
Που,κρατώντας μια σφαίρα γυάλινη
Με το χιονισμένο Λευκό Πύργο
Ακούγαμε, στα σκοτεινά δωμάτια
Σερενάτες σαρακιού παλαιών επίπλων
Και τις μπουκωμένες με καρφίτσες μοδίστρες
Να πετούν ένα "εδώ σου πάει"
Απ'τον Καιρό των αεροστάτων και των τριζονιών
Των λούνα-παρκ, του γύρου του θανάτου
Και της ανάμικτης οσμής χαλβά
Κι ασετυλίνης
Τί μεσολάβησε ώς το Σήμερα
Της σούπας ασήμων ημερών;
Tο χρύσειον-κατά Λουκιανόν- άωτον
Ή
Η σκοτεινή του βίου μας οπή;

Τρίτη, 5 Νοεμβρίου 2013

Η ΑΠΟΛΥΤΗ ΑΘΩΟΤΗΤΑ
Θα'ρθει κι ο Καιρός του αναγκαίου εκτελωνισμού
Μια δεσμίδα χειρόγραφα θα παρουσιάσεις
Στους ανθρώπους με τα επιμανίκια
Τους κονδυλοφόρους
Και το ζυγό ακριβείας
"Η απόλυτη αθωότητα"
Απολογητικά σχεδόν, θα ονομάσεις
Εκείνοι θα σε κοιτάξουν καχύποπτα
Και θα ζυγίσουν
Με αντίβαρο, το όνειρο μιας πεταλούδας
Με ζύγι,το στεναγμό ενός Αγίου
Μη περιμένεις και μεγάλη
Εκ μέρους τους
Επιείκεια

Κυριακή, 3 Νοεμβρίου 2013

ΠΑΡΑΔΟΞΟ ΛΙΠΑΣΜΑ
Η ατομοκρατία των καιρών
Τούτο το χάσμα με τις αγριοσυκιές
Και την σκληρή εμμονή στο  Τίποτε
Τινάζει τα κυκλάμινα των στίχων
Για τον άνθρωπο που χαίρεται
Ή που πονά
Πώς να το πώ;
Είναι σαν το καπέλο του θαυματοποιού
Που καταπίνει κουρελόχαρτα
Και γεννά  λευκά περιστέρια

Σάββατο, 2 Νοεμβρίου 2013

ΠΟΛΕΜΟΣ ΠΑΤΗΡ ΠΑΝΤΩΝ
Δεν είναι φορείς υβριδίων
Οι θεωρίες
Θυμάμαι τον"Μόργκαν τον τρελό εραστή"
Να παριστάνει το θυμωμένο γορίλα
Μπροστά στον τάφο του Καρόλου
Ακούσιου πατέρα του Ιωσήφ με το ματωμένο μουστάκι
Άλλοι πίστεψαν σε φυλετική ανωτερότητα
Επειδή ο ενθουσιαστικός τους συνεπήρε
Λόγος για τον εαυτό 
Επεκτεινόμενο στον αιώνα
Κείμενα εξαίσια
Που, αντί για τραπέζι εργαστηρίου
Τα απλώνουμε στον πάγκο του χασάπη
Θεέ μου
Κάνε να μην ισχύσει ο λόγος  του Εγγονόπουλου
Για τα "λίγα και πικραμμένα ποιήματά"
Τα "γραμμένα "πίσω απ'αγγελτήρια θανάτου"
Κάνε να γράψουμε απλά κι ανόθευτα
Για τη ζωή, τα λουλούδια,τη θάλασσα
Την Αγάπη

Παρασκευή, 1 Νοεμβρίου 2013

ΚΑΤΩΦΛΙΑ
Παντού υπάρχουν κατώφλια
Σημεία εκκίνησης
Αίθουσες για μια ατέλειωτη αναμονή
Τί αρχίζει, τί τελείωσε, τί περιμένουμε
Στον κόσμο των συμβόλων;
Μοιάζουν με τα παιδικά στοιχήματα όλα αυτά-
"Μη πατάς τα διάκενα των πλακιδίων"
Ή "θα συμβεί αν η κοπέλλα της γωνιάς
Κλείσει το πράσινο αλεξήλιόν της"
Στην ηλικία που κοιτάς μπροστά
Ορίζει ο ήχος του ρολογιού-
Το "τικ"του δευτερολέπτου-
Άν η πόρτα ανοίγει στον ασέληνο ζόφο
Ή στο υπέρ τη φωτεινότητα Φως

Πέμπτη, 31 Οκτωβρίου 2013


Ο ΤΥΦΛΟΣ ΑΚΚΟΡΝΤΕΟΝΙΣΤΑΣ
Κι όταν τον ρώτησα τί σημαίνει
Ένα "Η σκοτεινή Νέκυϊα"
Στην ταμπέλλα του μικρού καφενείου
Ο πατέρας κίνησε τον δεξί του ώμο
Την ίδια στιγμή ακούστηκε
Το σφύριγμα αόρατου πλοίου
Κι ο τυφλός ακκορντεονίστας
Που κάθονταν απέναντί μας
Σηκώθηκε απ' την καρέκλα
Τινάζοντας από πάνω του
Άνθη μελικοκκιάς

Τετάρτη, 30 Οκτωβρίου 2013

ΚΑT' ΟΝΑΡ
Απ'τα βλέφαρα κρέμεται ένας ύπνος
Γεμάτος κινήσεις αχνών σκαραβαίων
Η πόλη άδεια
Δίχως αδριάντες και ποδήλατα
Δίχως ένα κόκκινον ήλιο
Πιασμένο με μανταλάκι
Στην απέναντι ταράτσα
Οθόνες νεφών  κυνηγιούνται
Ψιθυριστά ακούγεται μια αφήγηση
Μακρυά σα συναξάρι
Σαν το ποτάμι που ασημίζει από ψηλά
Τις άναστρες νύχτες

Τρίτη, 29 Οκτωβρίου 2013

ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΑ
 
Μια νυχτοπεταλούδα στο φως της αυλής
Φάνηκε τεράστια στον απέναντι λευκό τοίχο
Τ'ανθάκια του γιασεμιού άσπριζαν πλάι μας
Ακούστηκε ένα χρεμέτισμα
Η κυρία Κλειώ είχεν ακουμπήσει
Το 45αράκι στο πικάπ
Κι ευθύς εμφανίστηκαν
Απ'το σκοτάδι,λες,κομμένοι
Ο Αλέξανδρος ο Μακεδών, ο Μπαρμπαγιώργος
Κι ο πειναλέος ο καμπούρης
Με την οικογένεια
Οι άλλοι δεν το πήραν είδηση
Μα εγώ
Ακουσα το θίασο να μιλάει για τις ζωές μας
Τί κουβάλησε ο καθένας το μεσημέρι
Απ'το φούρνο
(Σίγουρα καρφωτή αυτή του Καραγκιόζη)
Ο δράκος, πριν πεθάνει,μου προφήτεψε
Φόβους μου μελλοντικούς 
Στο τέλος ήλθε κι ο Νιόνιος
Με μπουγαρινάτη κιθάρα
Για τση γυναίκες,έλεγε,και τσου καημούς
Πράματα -τότε μου- ακατανόητα
Μόνον εκείνη η πεταλούδα μεγάλωνε συνέχεια
Ώσπου τα σκοτεινά φτερά της ακουμπήσαν
Στης οικοδέσποινας τα μάτια

Δευτέρα, 28 Οκτωβρίου 2013

ΟΙ ΣΑΜΑΛΑΔΕΣ
Οι σαμαλάδες εμφανίστηκαν στις αρχές του 1960
Ήσαν δωδεκάχρονα παιδιά
Με μια τάβλα γλυκό κάτω απ' τη μασχάλη
Και μια σπάτουλα στο δεξί χέρι
Διέσχιζαν,διαλαλώντας, την πόλη
Την τετραγώνιζαν αυτή τη γενέτειρα
Το σχήμμα της έδιναν φακέλλων
Αυτά τα γράμματα δεν έμεναν ανεπίδοτα
Κάποτε τα άνοιγαν οι ίδιοι
Στην άκρη κάποιου χωματόδρομου με νυχτολούλουδα
Ισορροπώντας την τάβλα στο γόνατο
Και διάβαζαν τι θα γίνουν όταν μεγαλώσουν
Εύρισκαν λέξεις γλυκύτερες απ' το σάμαλι
Για την αγάπη που δε γεύτηκαν οι ίδιοι
Για την αγάπη που μπορούσαν να προσφέρουν


Σάββατο, 26 Οκτωβρίου 2013

ΥΨΙΠΕΤΕΙΣ ΚΑΙ ΧΟΪΚΟΙ
Οι λέξεις είναι όπως τα τοπία στα όνειρα
Δεν μεταμφιέζονται απλώς-
Μεταμορφώνονται
Μοιάζουν με τους εύθραυστους
Κορυδαλλούς
Στα χέρια των παιδιών
Βρίσκονται πάνω από
Τους πολύτιμους λίθους
Γιατί ονομάζουν
Το κάθε τί
Στο σύμπαν
Ορατό κι αόρατο
Υψιπετές και χοϊκό
Οι λέξεις αποτελούν κελύφη
Που περικλείουν την Ουσία
Όσων κατανοούμε και των επέκεινα α-νοήτων
Αποφαντικά ονομάζουν και το Υπέρτατο
Εντούτοις είναι τρυφερές
Όσο οι τεθλασμένες ανοιξιάτικων εντόμων
Όσον οι προθέσεις εκείνων
Που ανακαλύπτουν ένα ανθάκι
Σε μια σελίδα παλαιού βιβλίου

Πέμπτη, 24 Οκτωβρίου 2013

ΣΤΟ ΚΑΘΑΡΟ ΤΗΣ ΒΙΩΜΑ


Η Αγάπη δεν ακούγεται σαν το τζιτζίκι
Στον κλωβό δυο ενωμένων παιδικών χεριών
Καταργεί πολύχρωμες παντιέρες
Και θριαβικά του θανάτου εμβατήρια
Αψίδες δεν ανυψώνει
Τείνει προς το σημείο
Μηδέν
Του λόγου
Κι έξαφνα
Ως πράξη
Γιγαντώνεται
Η Αγάπη ανάβει ένα φως
Στο σκοτάδι της ψυχής
Όπου νυχτεριδόμορφοι πετούνε δαίμονες 
Υπάρχει ξένη προς
Το
Ίδιον
Βλέπει τον Άλλο
Κι όχι τους καθρέφτες

Την έμπονη προτείνει προσευχή:
Πέρα απ' την κούφη αγαπολογία
Να μας δοθεί να φτάσουμε
Στο καθαρό της
Βίωμα

(Στην Κατερίνα Δε. Στα. Πα.)

Τετάρτη, 23 Οκτωβρίου 2013

ΦΥΛΛΟΒΟΛΑ
Όλα τα στοχαστικά ποιήματα
Καταλήγουν, στο νόημά τους, φυλλοβόλα
Δεν υφίσταται, όμως,ένας Γαλαξίας αληθειών
Που να βεβαιώνει την ανάγκη της ύπαρξής τους
Η Αλήθεια δεν είναι φέτες καρπουζιού
Να τη μοιράσεις, όπως τα ιμάτια

Είναι ο μονοκόματος θείος χιτώνας

Ούτε τα αειθαλή κι ανθισμένα
Τα, επ'εμοί, αστικολυρικά στιχουργήματα
Tρέφουν ψευδαισθήσεις για την αιωνιότητα
Διακοσμούν, απλώς, τις γωνιές του μυαλού
Όπως οι ζωγραφιές στα παιδικά δωμάτια
Όταν μια ΄κάθετη γραμμή τιτλοφορείται"η γιαγιά μου"

Τρίτη, 22 Οκτωβρίου 2013

ΚΙΚΙΡΙΚΙ
Σε κάποια αποκριάτικη Κυριακή του 1962
Είχε φορέσει καφάσι με τουλπάνι στο κεφάλι
Και φαρδιά στρατιωτικά παντελόνια-του αδελφού
Ήταν η μόνη που δε γνωρίσαμε
Της προσάψαμε,έκτοτε,το παρωνύμι
Κικιρίκι
Όταν ο πατέρας της έπαιρνε στον ώμο
Μια πλεξίδα σκόρδα για να βγει στη γύρα
Τον συνόδευε ώς την αυλόθυρα
Ανάμεσα σε εαρινά τριαντάφυλλα και πασχαλιές
Ύστερα ξεχάσαμε την παρουσία και των τριών
Μόνο στο πέρασμα του δρεπανηφόρου τους θυμόμαστε
Και προσέχαμε μη γελάσουμε με την παλιά
Εκείνη μνήμη την αταίριαστη στην περίσταση
Προχτές,βέβαια,ένα ανεμίζον κηδειόσημο στο στύλο
Με το επίσημο όνομά της
Μας θύμισε ότι εδώ και χρόνια
Δεν λαλούν στη γειτονιά οι πετεινοί
Τα σκόρδα τα πουλούν στα μάρκετ
Άρα, οι λιγότερο ευαίσθητοι, μπορούσαν
Να θυμηθούν και να γελάσουν
Μόνη είχε απομείνει άλλωστε, ποιος να πειραχτεί;

Δευτέρα, 21 Οκτωβρίου 2013

ΚΑΠΟΤΕ ΣΤΑΜΑΤOYME
Κάποτε σταματούμε να γράφουμε
Η ποίηση,σκεφτόμαστε,δε μας πρόφερε και πολλά

Στην πραγματικότητα, βέβαια, εμείς δεν προσφέραμε
Σ' αυτό που είδαμε σα γυάλινο πύργο που μας περιέχει
Και στους απέξω-όσους μελετούμε
Ως εμβριθείς λεπιδοπτερολόγοι

Η ποίηση είναι το ιαματικό λαδάκι
Απ' το άσβηστο καντήλι της γιαγιάς
Κι όχι η ανάπτυξη στίλβοντος ποδηλάτου

Στο ποίημα γρανάζια δε γυρίζουνε τροχούς

Ένας ξυπόλητος Χριστός μονάχα περπατάει
Και ευλογεί
Ακόμη κι εμάς

Τους θλιμμένους ναρκίσσους

Κυριακή, 20 Οκτωβρίου 2013

ΙΑΣΟΝΟΣ 1960
Έσπρωξα την πράσινη πόρτα
Ο άντρας, με τόνα πόδι πάνω στ' άλλο
Ξερακιανός-το καβουράκι να του σκιάζει
Το μέτωπο και τα μάτια-
Μοιράζονταν
Κάτω από μυγόστικτη κορδέλλα
Ένα πιάτο τηγανητές μαρίδες
Μ'ένα μαύρο γάτο
Η σερβιτόρα ώρμησε πάνω μου
Πίσω ακούστηκαν χλιμιντρίσματα
Οι αμαξάδες έφταναν στην πιάτσα
Ένας- ένας με χλωμά πρόσωπα κ' ιδρωμένα άλογα

Δεν υπάρχουν σχόλια: