Δευτέρα 16 Απριλίου 2018

Ποίηση Γιάννη Τσίγκρα 31

Πέμπτη, 26 Σεπτεμβρίου 2013

ΩΣ ΑΝΘΟΣ ΚΙ ΟΝΑΡ

Οι ερέτες του πλου προς την Εκάτη,έχουν αποκοιμηθεί
Μες το ευσύνοπτο όνειρο ενός αόρατου δρυοκολάπτη
Που κουράστηκε να εισβάλλει σε ξύλινα μεσημέρια και να χτυπά
Όπως τα συγκρουόμενα αυτοκινητάκια του λούνα- παρκ
Όπως οι αγαθές μας προθέσεις, τα σκοτεινά αποτελέσματα
Τον ακούγαμε κι είχαμε την αίσθηση σύνολου του δάσους
Μόνο που δεν πιστεύαμε ότι ως άνθος κι ως όναρ περνούν
Οι στιγμές
'Οτι χάνονται οι παντιέρες και τα ποντοπόρα των επαναστάσεων
Ξοδέψαμε μια ζωή για να νιώσουμε ότι
Πάντοτε οι κωπηλάτες θα κουράζονται
Και θα διπλώνουν το τραγούδι τους για μαξιλάρι

Τετάρτη, 25 Σεπτεμβρίου 2013

ΑΝ ΑΦΑΙΡΕΣΕΙΣ

Αν αφαιρέσεις τις φολίδες του Καιρού
Μένω ο ίδιος
Φρόνιμος κι απροσπαθής
Κρυμμένος στις γωνιές των προθέσεών μου
Ζω σε σπήλαια που μου σκεπάζουν την αυγουστιάτικην έλλειψη
Το δεύτερο φεγγάρι,αρνητικό της αιώνιας μιαιφονίας
Καταλαμβάνω το εδώ και τώρα της Αιωνιότητας
Το στριμωγμένο σε μια δαχτυλήθρα βελανιδιού
Ανάβω σπίρτο ( το τσιγάρο το 'χω κόψει ) με μια
Μικρή κωλοφωτιά
Που ερωτεύεται τα δάχτυλα των πικραμμένων

Τρίτη, 24 Σεπτεμβρίου 2013

ΑΝΑΛΗΨΗ


ΕΤΗ ΦΩΤΟΣ ΠΡΙΝ
Κι ήλθαν τα πετροχελίδονα κι ανύψωσαν, μυριάδες,
τα αετώματα, τις σκάλες-βουνά του Ζαλόγγου στις εθνικές επετείους-
και το 9ο Δημοτικό Σχολείο ανελήφθη σ' έναν ουρανό καθαρό
με δρομαία νέφη,σωρείτες μάλλον.
Κι απόμεινε στην αυλή ο Κύριος Κώτσης, με το βιολάκι του
να παίζει την "πανώρια πολιτεία", ενώ στην αυλόπορτα είχε σταθεί,
περίλυπη η Άννα η κατσικού,αυτή, ντε, που φωνάζαμε μάγισσα.
Κι απελευθερώθηκαν από τα φοβερά υπόγεια με τους ποντικούς
ο Αγγελάρας κι ο Τακουνάκιας.
Τρεις χιλιάδες έτη φωτός πριν.

Σάββατο, 21 Σεπτεμβρίου 2013

ΑΠΟΦΑΝΣΕΙΣ

Είναι μια παράταξη αποφάνσεων ο ορισμός 
Το τί είναι πέρα από την ποίηση, ορίζει το τί είναι ποίηση
Πάντως
Το ασύνθετο 
Ας επιδιώκουν οι ποιητές
Το παιδικό και θεϊκά απλό
Ας το κυνηγούν
Αλλ' όχι με καραμπίνα γι αγριόχοιρους

Πέμπτη, 19 Σεπτεμβρίου 2013

ΚΑΤΑΦΥΓΙΟ


ΤΟ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟ
Κι όταν γεμίζει ο αέρας αρχαία πτηνά
Τα "δεν", τα "πρέπει", τα "τουναντίον"
Κι άλλα κρέμονται απ' τα δάχτυλα
Άλλα ευλύγιστα περνούν στην κόμη
Κι ένα αβάστακτα τρελό, μου λύνει τις περικνημίδες
Τοποθετώ, μπροστά μου, το πλαίσιο που
Ονομάσαμε
Ποίημα
Και
Καλλωπίζομαι
Στον άργυρό του

Τρίτη, 17 Σεπτεμβρίου 2013

ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ

ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ
Θα'ρθει κι ο Καιρός του "ώς εδώ"
Το τραγούδι θα' χει τελειώσει,τα ρόδια θα ραίνουν το χώμα
Πυκνές στάλες θα παίζουν στα βλέφαρα του Θεού
Η,σαν τον καλπασμό μικρού ιππικού, βοή
Της μπόρας που πλησιάζει θα μεγαλώνει
Όπως τα ανυπόμονα κρουστά μιας ορχήστρας
Εισάγουν στη Συφωνία του κόκκινου Βατερλό
Όπως η Σιωπή κάθεται σταυροπόδι
Στην πίστα της καρδιάς κι ανάβει τσιγάρο
Για να στοχαστεί πάνω στην έκλειψη των ερώτων
Και στην έκλειψη εκείνων που έζησαν τους έρωτες

Δευτέρα, 16 Σεπτεμβρίου 2013

ΒΡΟΤΕΙΑ ΣΚΕΨΗ

Η ποσότητα του αέρα που εκτοπίζεις βαραίνει ανεπαισθήτως
Κι όμως
Δεν είσαι τόσος, μια που συμπαντικές θεωρίες χωρείς

Μιαν ερμηνεία κατανοείς
Της μεταμόρφωσης του κορακώνυμου σε κατσαρίδα

Βελούδινες νιώθεις νυχτοπεταλούδες στην κλειστή παλάμη
Και την παράδοξη απόδοση στον
Παλαιότατο των Ημερών
Βροτείας σκέψης:

"Κι εκεί πάνω τραγουδούν παιδιά νυχτερινά-σας πήραμε,σας πήραμε
Και βάτραχοι,τενόροι σκοτεινοί, κοάζουν σε τενάγη"

Κυριακή, 15 Σεπτεμβρίου 2013

ΕΣΤΩ ΚΙ ΑΝ
Έστω κι αν συνήθισα να δραπετεύω συχνά
Η Αγορά μένει πίσω μου
Με τους ρήτορες να εκτοξεύουν χάρτινες σαϊτες τις λέξεις τους
Ξυπνώντας κύνες μακελείων-σχήματα παλαιά
Έστω κι αν γέμισα τις λέξεις λαγούμια
Αυτές προτείνονται ακόμη στις συναλλαγές
Κι αν την αρχιτεκτονική του κυανού  μελετώ
Κάποιοι θα μείνουν να χαράσσουν πάνω του
Θνησιγενή "σ' αγαπώ"- πλάι σε ονόματα
Κατά βάθος,στομφώδη κι ανοίκεια

Σάββατο, 14 Σεπτεμβρίου 2013

ΔΕΥΤΕΡΗ ΓΡΑΦΗ

ΤΟ ΠΙΣΩ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Πίσω από ένα εξαιρετικά δομημένο κείμενο
Υπάρχει άλλο ένα απλό
Ή
Η μοναχική κραυγή:
"Φοβάμαι"
ΤΟ ΠΙΣΩ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Πίσω από ένα εξαιρετικά δομημένο κείμενο
Υπάρχει άλλο ένα απλό
Ή
Η μοναχική κραυγή:
"Φοβάμαι"
Γι αυτό ισχυρίζομαι ότι ο ποιητής-κυρίως-
Δεν είναι νάρκισσος
Αλλά το χαμένο παιδί
Που κραυγάζει,ζητώντας
Ένα χέρι
Πάνω του να γαντζωθεί

Πέμπτη, 12 Σεπτεμβρίου 2013

ΚΑΙ ΟΧΙ ΤΟ ΜΗΔΕΝ;

ΕΙΜΑΣΤΕ
Είμαστε φτιαγμένοι από ορθοπλωρούσες Παναγιές
Μυρίζουμε πλατανόφυλλο και χειμερινό λεπίδι φεγγαριού
Μακριά μας περιμένει η Μαυρομαντηλού και ένας ιππόκαμπος
Που βήχοντας ξερνάει τα παιδιά του
Οι φαύνοι κι οι μικρές κωλοφωτιές ανάβουν το τσιγάρο μας
Καθόμαστε σταυροπόδι μέσα στο των πλατειών αγριοβασιλικό 
Σαν σε αντίλαλο το Χαϊντεγεριανό μας συνεπαίρνει
Γιατί να υπάρχουμε εμείς κι όχι το μηδέν;

Τρίτη, 10 Σεπτεμβρίου 2013

ΤΟ ΣΚΑΜΝΑΚΙ

ΤΟ ΣΚΑΜΝΑΚΙ
Τελευταία, εξετάζω συχνότερα, τα βράδια, τον Ουρανό
-Ο  αστρολάβος που μου’ λαχε  είναι αόρατο τριζόνι-
Έρχονται κι οι παιδικοί φίλοι με την κραυγή «αερόστατο»
 Κρίμα- είναι απλώς ο Πολικός…
Δεν θα γείρει σε κανένα αχυρώνα, δεν θα
Αποτελέσει τρόπαιο των ωκυπόδων, ούτε ξυπνητήρι ακανθυλίδας
Οι αναλυτές θ’ αποφανθούν- «τον σημαδέψανε τα παιδικά του χρόνια»
Ίσως να’ χουν δίκιο, αν και δεν μπορούν να κατανοήσουν γιατί
Τοποθετώ, μετά την προσευχή, ένα σκαμνάκι

Πλάι στο κρεβάτι, τον φύλακα, να ξεκουράζει, άγγελό μου.

Δευτέρα, 9 Σεπτεμβρίου 2013

ΟΙ ΑΣΤΕΡΙΣΜΟΙ
Ψηλά  ασθμαίνοντα άστρα κι αστερισμοί
Ο Ωρίων, ο Σείριος, ο Betelguese
Πιο κάτω το εαρινό επίπεδο του ύπνου
Κι ακόμη  βαρύτερος ο χειμώνας εκείνων
Που δεν μπορούν να ταξιδέψουν στον ύπνο-
Γιατί έχασαν το προνόμιο στους αστραγάλους.
Το νυχτεριδόμορφο νυχτερινό λουλούδι
Τρυπάει ύπνο κι εγρήγορση
Και μ’ ένα τσέρκι  στην καρδιά
Χαράσσει τη μεγάλη σύμβαση

Το απόν

Σάββατο, 7 Σεπτεμβρίου 2013

ΑΠΟΛΥΤΟ
Σ'ένα πέλαγος σχετικοτήτων-
-Κι η λέξη πέλαγος εδώ ακυριολεκτεί-
Διψούμε το απλό και απόλυτο
Κι όπου υπάρχει δίψα υπάρχει και νερό

Να, γιατί γράφουμε συνέχεια στίχους
Για το Θεό,τον Ουρανό,την Αγάπη

Παρασκευή, 6 Σεπτεμβρίου 2013

ΑΦΟΡΗΤΟ


Άτοπο δεν είναι να κυνηγούμε πολύτροπες λέξεις
Να κρεμόμαστε απ' αυτές
Σαν από εαρινά αερόστατα
Και να ταξιδεύουμε σε ολοφώτεινους ουρανούς;

Αφόρητα δεν είναι όλ'αυτά
Όταν
Παιδιά
Θηλάζουν
Κάδους σκουπιδιών;

Πέμπτη, 5 Σεπτεμβρίου 2013

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
Μερικές φορές, στο απόβροχο
Πέφτουν από τον ουρανό
Ασπρόμαυρες φωτογραφίες:
Πέφτουν συγγενείς με ημιμύστακα, φορτωμένο έπαρση
Αλλού, ο χρόνος είναι κρεμασμένος σε γυναικεία βλέφαρα
Τα παιδιά πέφτουν ανάλαφρα
Παίζοντας το «μέλισσα, μέλισσα, μέλι γλυκύτατον».
Κάρα γεμάτα πολύχρωμα πλήθη που άδουν
Τον «Χαραλάμπη» και το «Στρώσε το στρώμα σου για δυο»
Ο πατέρας με γαρίφαλο στ’ αυτί
Ρέουν ακόμη
Πάθη τσιγγάνας σε υστερόγραφο δελταρίου:
«Μάθε, μάνα, ότι ο γιος σου
Σκότωσε δύο και τον κλείσαν μέσα

Από υγείαν υγιαίνουμε» 

Τρίτη, 3 Σεπτεμβρίου 2013

ΚΑΠΟΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Κάποια ποιήματα θυμίζουν  τα  χαμένα στο δάσος παιδιά
Ενίοτε τραγουδούν, καταπίνοντας φόβους για την αποδοχή τους
Άλλοτε, ταυτίζονται με  την Κοκκινοσκουφίτσα
(Ο κακός λύκος της κριτικής, πάντοτε ενεδρεύει )
Μερικές φορές, συμφύρονται  στο των νάνων εσμό
Παίζοντας το ρόλο των, υπέρ τον γελοίο, γελοίων
Μερικά ψάχνουν –δολιχοδρόμο- τον Πολικό
Είναι τα  πολιτικά ή τα απαγγελόμενα φιλαγοραία
Άλλα μοιράζονται τα μυστικά τους με τα’ αηδόνια
Μόνον  ένα  μακρινό κι άσημο στεγνώνει
Το φως του
Όπως η μικρή
Αδιάφορη
Πυγολαμπίδα

Παρασκευή, 30 Αυγούστου 2013

ΟΙ ΚΟΣΜΙΚΟΙ ΣΟΦΟΙ
Ο Σαρτρ ισχυρίζεται: «κόλαση είναι οι άλλοι»
Κι ο Βιτγκενστάιν το αναιρεί
Με το «κόλαση είναι ο εαυτός μας»
Κανείς κοσμικός σοφός δε σκέφτηκε
                       
                        Ότι κόλαση αποτελεί η στέρηση του Θεού;

Τετάρτη, 28 Αυγούστου 2013

ΤΙΠΟΤΕ

ΤΙΠΟΤΕ
Τίποτε δεν είναι όπως υπήρχε μόλις χθες.
Ο Μέγας Αόρατος πρέπει να φοράει επιμανίκια  
Και να μετρά σε ζυγό ακριβείας.
Ενίοτε, ακούγεται ο αεροβόλος συριγμός του Μπουνιουέλ
Και κάποιος , μέσα απ’ το πλήθος, πέφτει.
Είναι κι εκείνο το τρίξιμο της πόρτας που ανοίγει και κλείνει,
Πριν προλάβεις, τα ενδότερα να  αντικρίσεις.

Τρίτη, 27 Αυγούστου 2013

ΔΙΟΛΟΥ ΧΑΡΤΙΝΟΙ

ΗΡΩΕΣ
Κι ήλθαν, μνήμες οι λογισμοί, όπως φτωχοί αρλεκίνοι,
να  του θυμίσουνε  εποχές που αισθημάτων έγεμε περίσσιος:
Στων τρυφερών και «Λευκών Νυχτών» τη σελίδα εκείνη
που ο χωριάτης – τ’ όνομά του Μαρέι;- στητός, τραχύς και ίσιος
 τον εσταύρωνε, «δεν υπάρχει λύκος»-και το χέρι του εκίνει.
Και, μετά τους του Φιοντόρ μουζίκους και επίγειους αγγέλους,
 ήλθαν  του κυρ Αλέξανδρου οι ήρωες, στάζοντας αλισάχνη.
Η Ντελησυφέρω, η Μαχούλα, η Ακριβούλα, το  παιδί ενός τέλους πικρού . Ζωή και θάνατος στο χιόνι και την πάχνη.
Σαν το Γιαννιό- την πόρτα της πολυλογούς να ψάχνει
Να πέσει λευκός, με  του «έρωντα» χτυπημένος το βέλος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: