Δευτέρα 16 Απριλίου 2018

Ποίηση Γιάννη Τσίγκρα 30

Σάββατο, 19 Οκτωβρίου 2013


ΕΔΩ
Εδώ που φτάσαμε φυσάει το Αιώνιο
Ρίχνει τα φύλλα από τις λέξεις
Ο τόπος που ακολουθεί ανθίζει
Σαν μια ασύνθετη, απλή,υπέρλογη
Καινούργια καλοσύνη

Παρασκευή, 18 Οκτωβρίου 2013

ΟΙ ΠΗΛΙΝΕΣ ΚΟΡΕΣ
Κάποτε ζούσα σε μια χώρα
Με βούρλα, αλμυρίθια και γλάρους
Με κεραμιδένιες κόρες
Που έπλεαν σε χθόνιο κρόουλ-πλάι σ' αετώματα
Είχαν προηγηθεί οι σεισμοί του '55
Και τα μπάζα δημιούργησαν τη Νέκυιά μου
Είχα κι ένα τσέρκι και μια φούρκα
Και την πεποίθηση ότι ήμουνα μεγάλος
Τόσο, ώστε να ζητώ απ'τα πήλινα αγάλματα
Να μου μιλήσουν για σκάλες και κήπους
Για παιγνιδίσματα του φεγγαριού
Με τα χαμένα δάχτυλα αρχαίων φοινίκων
Ακουμπούσα στο σαγόνι τις παλάμες και ρωτούσα
Συνήθως μου'κλεβε το τσέρκι
Ο πρώτος που περνούσε σαμαλάς

Πέμπτη, 17 Οκτωβρίου 2013

ΕΙΚΟΝΑ
Ευδία
Μακρινό και μισοσβησμένο
Ακούγεται σμυρνέικο μαρς
Στην΄προκυμαία
Το παιδί
Σε μια κορδέλα έχει δέσει ένα γλάρο                                             
Και τον ακολουθεί
Όπως το πεπρωμένο
Όπως το Χρόνο που μετριέται
Με τις
Ασημένιες
Ρυτίδες
Της θάλασσας

Τετάρτη, 16 Οκτωβρίου 2013

ΣΤΙΣ ΑΚΡΩΡΕΙΕΣ
Στις ακρώρειες των λέξεων
Φύεται μόνον ένα λουνα παρκ
Με ασφοδέλους στα στόματα όσων
Τις πρόφεραν κατά καιρούς

Στα όρια φυτρώνουν λουλούδια
Μ' εκείνο το ιώδες
Που προσδοκά την επανάληψη

Στις κλιτύες τους
Ανηφορίζουν ποιητές κι άλλοι επαίτες
Του νοήματος

Ενώ, ψηλότερα
Σε πορφυρά συννεφάκια
Εχουν στηθεί τραπέζια με μελανοδοχεία
Και οι τελώνες περνούν τα επιμανίκιά τους
Ζυγοί τοποθετούνται για να μετρήσουν
Το βάρος και τις προθέσεις των λαλούντων

Δευτέρα, 14 Οκτωβρίου 2013

ΕΝΑ ΑΓΓΕΛΑΚΙ
Μάζεψα τα ακριβά μου πράγματα και λόγια
Σ' ένα στρογγυλό κουτί
Από σοκολατάκια- του 1938
Εκεί που η μητέρα έθαβε παλιές φωτογραφίες
Ένα κουτί κυκλικό είναι
Με διαγώνιο ίχνη από σταγόνες
Σπέρματος μεταξοσκώληκα
Τοποθέτησα το πρώτο "ας"και πάνω του
Ένα "τρέχουμε;"
Πιο ψηλά το πρώτο δαχτυλίδι
Που κύλησε στη σχισμή των ενωμένων μου χεριών
Ένα φιλί, ένα διάττοντα, το πρώτο
Που εισέπραξα "όχι" και την οσμή
Κομμένου και μαλακού χορταριού
Ένα αγγελάκι, μόνο, δε χωρούσε
Έμεινε έξω κι έκτοτε
Στο μέρος βουίζει της καρδιάς

Κυριακή, 13 Οκτωβρίου 2013

ΣΚΗΝΟΓΡΑΦΙΑ
Ογκανίζουσες οι αγριόχηνες πετούσαν, σφηνοειδώς
-Κι απ'τη Δύση-
Έξω απ' το σπίτι με το φούξια λαμπιόνι
Πέρασαν δυο άνδρες
Ο ένας έσκυψε να δέσει τα κορδόνια του
Ο άλλος σκούπισε μια φυσαρμόνικα στο μανίκι

Παρασκευή, 11 Οκτωβρίου 2013

Ο ΧΡΟΝΟΣ

ΟΙ ΘΕΡΙΝΕΣ ΜΑΣ ΝΥΧΤΕΣ
Λυσίκομη τη θυμάμαι
Μ'ένα διπλό φούλι στα χείλη
Ν'αναγγέλει το  μέγα Επερχόμενο:
Τη θερινή νύχτα, με τους γαλαξίες
Και τις μεθυσμένες νυχτερίδες
Άναβαν τότε- φρυκτωρίες-
Στους γύρω λόφους οι αστερισμοί
Ο Δεδούσης ξετύλιγε την Άρκτο
Εγώ κρατούσα την ουρά
Με τον Πολικό ανάμεσα στα φρύδια
Και το κάθε, στο Σύμπαν, παιδί
Αναλάβαινε το ρόλο του
Μόνο ένα μικρό
Μικρό και πικραμμένο
Στέκονταν κυρτωμένο στη γωνιά
Μιλούσε με το Χρόνο, τον κρυμμένο
Στο λαιμό της σκουριασμένης τουλούμπας
Στους ίσκιους των φυλλωμάτων
Που έπαιζαν στις ακιδωτές μάνδρες
Ποτέ δε μας μετέφερε τι του'λεγε
Όταν το καταλάβαμε ήταν αργά
ΤΑ ΟΝΤΑ
Η διερώτηση
"Γιατί να υπάρχουν τα όντα κι όχι το τίποτε;"
Μάλλον πρέπει να θεωρηθεί άστοχη
Τα όντα καλλύπτουν το "τίποτε"
Που είναι μια λέξη- ένα πράγμα
Στο πραγμοειδές του ανθίζουν λουλούδια
Σκοτεινά λουλούδια-πράγματα
Που ασθμαίνουν
Μικραίνοντας
Ή προσπαθώντας να απαλλαγούν
Απ'την ουσία τους
Παραμένοντας κούφια κελύφη απουσίας

Πώς να γράψεις ένα ποίημα στο τίποτε;
Σου χρειάζονται τα όντα
Όπως τα κάστανα στη γεμιστή κότα της γιαγιάς

Πέμπτη, 10 Οκτωβρίου 2013

Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΝΟΗΜΑ
Η Ζωή δεν είναι το ημιτελές όνειρο μιας πεταλούδας
Που βαραίνει στο ακατανόητο ημίφως- τη νομιμότητα
Δεν χρήζει εκ μέρους μας, νοήματος
Όσα λείπουν από σένα, τα κρύβω εγώ
Στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού μου
Στην εποχή που αντίκειται της διαχείρισης
Κι απαιτεί άλογη κτήση
Κύριε, δεν κατανοήσαμε τη δεύτερη μεγάλη εντολή
Εν ή κείνται ο Νόμος και οι Προφήτες
Συγχώρησέ μας

Τρίτη, 8 Οκτωβρίου 2013

ΠΕΡΠΑΤΗΣΑΜΕ
Περπατήσαμε αυτούς τους δρόμους
Και σ'ευτυχέστερες στιγμές
Τότε που οι γυναίκες δίπλα μας
Όταν σταματούσαν για ένα "για φαντάσου"
Μύριζαν έντονα νεραντζάνθι
Τότε που στο στερέωμα
Γύριζαν κομήτες κι αερόστατα
Σαν ένα καρουζέλ που κυνηγούν οι φωτογράφοι
Περπατήσαμε αυτούς τους δρόμους
Μ'αέρα που σφύριζε: "ο Καιρός"
Φώναζε:"ο Καιρός είναι ο κανελί σκύλος
Που,έντρομος,κυνηγάει τον ήχο του πόνου του"

Δευτέρα, 7 Οκτωβρίου 2013

ΛΕΞΕΙΣ
Όλβιες οι λέξεις στην κουβέντα μας
Τι αχνοσήματα ουσιαστικά, τι ρωμαλέα ρήματα
Ουρές προθέσεων κι εγκλιτικών.
Εκείνο μόνο, το πικραμύγδαλο το νόημα
Παίζει, στη φράση, το κρυφτούλι
Σαν τα νυχτερινά παιδιά
ΕΝΑΣ ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ
Όταν Σ' άκουσα να λές
"Μακάριος ει, Σίμων Βαριωνά"
(αργότερα το μελετούσα στην άρνηση
και το πικρό μου κλάμα)
υπήρξα ο ευτυχέστερος του κόσμου.
Δεν φανταζόμουν το υδάτινο βουνό,
την άνοδό μου μ' ένα Σου "ελθέ",
τη βύθισή μου με το φόβο.
Κύριε,τώρα το ξέρω:
Οι πέτρες τόσο στέρεα συγκρατούν
Όσο εύκολα βουλιάζουν.

Κυριακή, 6 Οκτωβρίου 2013


ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΠΟΙΗΣΗ
Αγαπώ κάποιους ποιητές
που αγνοούν καλλιέπειες και άνθη.
Κάνουν το μολύβι τους νυστέρι
κι ανοίγουν την καρδιά του ανθρώπου,
αποκαλύπτοντας δράκοντες
ή
αστραφτερούς αγγέλους.
Αγαπώ κάποιους ποιητές
που, κοιτάζοντας βαθιά εντός τους,
βλέπουν τον Καιρό της Επιλογής και της Προσφοράς.
Το ποίημα, τότε, φαίνεται ο κρυφός μαργαρίτης
που φυλάχθηκε από τα δόντια των χοίρων,
χάρη του πονεμένου.
Το ποίημα,τότε, γίνεται το έλαιον και ο οίνος.

Σάββατο, 5 Οκτωβρίου 2013

ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ Η ΘΑΛΑΣΣΑ


Παράξενο
Υπάρχει και η θάλασσα
Τη θυμόμαστε,κάποτε, στους χωρισμούς
Αλλά και τότε τη γεμίζουμε ιπποκάμπους
Αστερίες και εσμούς ναυτίλων
Η θάλασσα, εντούτοις, μ' εκείνο το ρυτιδωμένο
-Στους βοριάδες-
Δέρμα
Υπόσχεται το οριστικό κι αμετάκλητο
Υπόσχεται την όχθη της
Στο παιδί που παίζει με τα κότσια
Τους κωπηλάτες που θρηνούν
Τον Ελπήνορα
Με τον τσακισμένο αυχένα
-Εκείνη της Νέκυιας
Τη μεθυσμένη σκιά-
Η θάλασσα μιλάει ταυτόχρονα
Στο κριτσινάρι και τον Αλδεβαράν
ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ
Ανοίγω χωνάκια εαρινών στρουθίων
Τα γεμίζω με φως
Ένα κορίτσι απέναντι, περπατάει
-Ανάμεσα σε στροβίλους-
Με μάτια-υγρές μαργαρίτες
Κουρτίνες αποκαλύπτουν στο φύσημα του αέρα
Παλαιά έπιπλα, μια γυάλα με χιονισμένο τοπίο
Ακούγεται ακόμη και το σαράκι να ισοκρατεί
Κι όμως, το πόνημα μένει ατέλειωτο
Λείπει, θα ' λεγε ο Αλεξανδρινός
Η ποιητική του ιδέα
 
 

Παρασκευή, 4 Οκτωβρίου 2013

ΟΠΩΣ

Υπάρχουν ποντοπόρα πλοία
Που δεν αναχώρησαν από πουθενά
Και το νόστιμον ήμαρ τους δε θα ξημερώσει

Περνούν μόνο
Μακρινά
Κι
Άγρυπνα

Όπως οι άγγελοι
Και οι αστερισμοί

Πέμπτη, 3 Οκτωβρίου 2013

O ΙΣΚΙΟΣ

ΟΙ ΚΟΡΥΔΑΛΛΟΙ ΚΙ Ο ΓΕΔΕΩΝ
Ωτομοτρίς να ξυπνούν κορυδαλλούς και παπαρούνες
Στα σκοδοχώραφα του κάμπου

Σκονισμένοι αγριοβασιλικοί σε αυλές
Και
Πλατέες

Στα μπακάλικα να ζυγίζουν λειψά
Κιρκινέκια με το κρώξιμο του αναπότρεπτου
Δυο σανίδες το αναγκαίον και δή κάτω από αποστολιάτικη συκιά

Ο Κουρουμπλής να ταϊζει λουκουμάκι τη μαίμού
Που έδειξε στο "κοινον"
Πώς αγκαλιάζει η Γιουβουκλάκη τον Παπαμιχαήλ

Κι ο ίσκιος του οσιομάρτυρος
Γεδεών
Του δια Χριστόν σαλού
Να μακραίνει
Ώς την
Αϊδιότητα

Παιδικής
Στιγμής

Δευτέρα, 30 Σεπτεμβρίου 2013

ΟΙ ΤΕΡΜΑΤΟΦΥΛΑΚΕΣ
Οι τερματοφύλακες των πάρκων
Βραδείς κι ανεπιθύμητοι απ' όλους
-Σχεδόν αποδιοπομπαίοι-
Φορούν ραγισμένα κασκέτα
Οι κινήσεις τους, με τον καιρό, αποκτούν
Μιαν εξαίσια ακαμψία αγαλμάτων
Ολομόναχοι κοιτούν το φεγγάρι
Κι ενίοτε,τα λυπημένα στα παράθυρα,παιδιά
Η κρυφή έγνοια των τερματοφυλάκων, πάντως, είναι
Ανείπωτα κι ανιδιοτελώς,ν'αγαπούν
Τα φυλλώματα και τους ιστορημένους με καρδιές κι αρκτικά
Κορμούς των δέντρων
Που στέγασαν τους έρωτες εκείνων που τους απορρίπτουν.

Κυριακή, 29 Σεπτεμβρίου 2013

ΟΙ ΗΛΙΚΙΕΣ

ΛΙΓΑ
Λίγα πράγματα μου έχουν απομείνει
Από κάθε ηλικία μου, άλλωστε, κρατούσα ελάχιστα
Στη μετεφηβεία η οσμή των λαστιχένιων παππουτσιών
Της νεότητάς μου ένα εαρινό γιασεμί ή το "όχι"
Στο παγωμένα ερωτηματικό "να τα πούμε;"
Ακολούθησε το παράλιο κοίταγμα του ρολογιού στην ομίχλη
Τα ταγάρια των κοριτσιών κι η απαγγελία
(Αργότερα προστέθηκαν οι μυστικοι-ο Άγιος Μάξιμος, ο Αββάς Ισαάκ
Τα τέκνα της Φιλοκαλίας κι ο Νίκος Γαβριήλ Πετζίκης
Ο φαρμακοτρίφτης ποταμός των ομοιοτήτων κι εραστής του Συναξαριού) 
Σήμερα ζητώ ένα παράθυρο και τα πάθια του "Μπάρμπα Γιαννιού του Έρωντα"
Ή  τη μυρουδιά των μοβ κρίνων απ"Το νησί της Ουρανίτσας"του ταπεινού μας Μεγάλου.
Τίποτε περισσότερο

Σάββατο, 28 Σεπτεμβρίου 2013

ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΑΛΟΓΟ

ΟΙ ΑΓΑΠΑΝΘΟΙ
Οι γυναίκες με δυο ανθισμένους στο πρόσωπο
Αγάπανθους
Έπαιρναν βιαστικά τα παιδιά απ' το Σχολείο
Και τα σαγματοποιεία,πεταλωτήρια και κουρεία
Γέμιζαν από
Ξύλινες ταμπέλες
Με το
"Επιστρέφω αμέσως"
Εκεί
Στον
Τσιγκομαχαλά του Παλαιού Λιμεναρχείου
Ακούγονταν τα βράδια ο καλπασμός
Ενός αρχαίου αλόγου

Δεν υπάρχουν σχόλια: